grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „ασθένεια“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

ασθένεια [asˈθɛnia] SUBST r.ż.

1. ασθένεια (έλλειψη δύναμης):

ασθένεια
Schwäche r.ż.

2. ασθένεια (αρρώστια):

ασθένεια
Krankheit r.ż.
ασθένεια ανεπάρκειας
ζωική ασθένεια
παιδική ασθένεια

Przykładowe zdania ze słowem ασθένεια

εκφυλιστική ασθένεια
ενδοκρινική ασθένεια
κληρονομική ασθένεια
παιδική ασθένεια
ασθένεια ανεπάρκειας
ζωική ασθένεια
ασθένεια r.ż. των λεγεωναρίων

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский