grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „λεωφορείο“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

λεωφορείο [lɛfɔˈriɔ] SUBST r.n.

λεωφορείο
Bus r.m.
λεωφορείο
Autobus r.m.
πηγαίνω με το λεωφορείο
αρθρωτό λεωφορείο
Gelenkbus r.m.
αστικό λεωφορείο
Stadtbus r.m.
αστικό λεωφορείο
Linienbus r.m.
διόροφο λεωφορείο
σχολικό λεωφορείο
Schulbus r.m.
υπεραστικό λεωφορείο
υποαστικό λεωφορείο
Minibus r.m.
ειδικό λεωφορείο
Sonderbus r.m.
διαστημικό λεωφορείο
Raumfähre r.ż.

Przykładowe zdania ze słowem λεωφορείο

υπεραστικό λεωφορείο
μίνι λεωφορείο
αστικό λεωφορείο
διόροφο λεωφορείο
σχολικό λεωφορείο
διώροφο λεωφορείο
αρθρωτό λεωφορείο
υποαστικό λεωφορείο
Minibus r.m.
ειδικό λεωφορείο
διαστημικό λεωφορείο
με το επόμενο λεωφορείο
πηγαίνω με το λεωφορείο
πότε θα περάσει το λεωφορείο;
θα πάω με το λεωφορείο
με το λεωφορείο/τον αδερφό της

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский