grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „προϋπολογισμός“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

προϋπολογισμός [prɔipɔlɔjizˈmɔs] SUBST r.m.

1. προϋπολογισμός (εκ των προτέρων υπολογισμός):

προϋπολογισμός
προϋπολογισμός των εξόδων

2. προϋπολογισμός GOSP.:

προϋπολογισμός
προϋπολογισμός
Etat r.m.
γενικός προϋπολογισμός (κράτους)
γενικός προϋπολογισμός (επιχείρησης, έργου)
έκτακτος προϋπολογισμός
προϋπολογισμός για την έρευνα
ισοσκελισμένος προϋπολογισμός
κοινοτικός προϋπολογισμός (της ΕΕ)
κοινοτικός προϋπολογισμός (της ΕΕ)
κρατικός προϋπολογισμός
ειδικός προϋπολογισμός (κρατικός)
ελλειμματικός προϋπολογισμός
ομοσπονδιακός προϋπολογισμός
προσωρινός προϋπολογισμός

3. προϋπολογισμός (σε επιχείρηση):

προϋπολογισμός
Budget r.n.
Budgetierung r.ż.

Przykładowe zdania ze słowem προϋπολογισμός

γενικός προϋπολογισμός (κράτους)
ελλειμματικός προϋπολογισμός
έκτακτος προϋπολογισμός
ισοσκελισμένος προϋπολογισμός
κοινοτικός προϋπολογισμός (της ΕΕ)
κρατικός προϋπολογισμός
ειδικός προϋπολογισμός (κρατικός)
ομοσπονδιακός προϋπολογισμός
προσωρινός προϋπολογισμός
προϋπολογισμός για την έρευνα
προϋπολογισμός των εξόδων

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский