grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „φαινόμενο“ w grecko » niemiecki słowniku

(Przełącz na niemiecko » grecki)

φαινόμενο [fɛˈnɔmɛnɔ] SUBST r.n.

2. φαινόμενο przen. (κάτι το εξαιρετικό):

φαινόμενο
Phänomen r.n.

Przykładowe zdania ze słowem φαινόμενο

φαινόμενο r.n. πεδίου
φαινόμενο r.n. μουαρέ
φαινόμενο r.n. απορρόφησης
φωτοχημικό φαινόμενο
φωτεινό φαινόμενο
φωτοβολταϊκό φαινόμενο
επαγωγικό φαινόμενο
τριχοειδές φαινόμενο
πιεζοηλεκτρικό φαινόμενο
φωτοελαστικό φαινόμενο
φωτοηλεκτρικό φαινόμενο
ισοτοπικό φαινόμενο
γυρομαγνητικό φαινόμενο
φυσικό φαινόμενο
φωτομαγνητικό φαινόμενο
ηλεκτροχημικό φαινόμενο

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский