grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „διακόπτης“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

διακόπτης [ðiaˈkɔptis] SUBST r.m. ELEKTROT.

διακόπτης
Schalter r.m.
γενικός διακόπτης
ενδιάμεσος διακόπτης
ηλεκτρονομικός διακόπτης
διακόπτης κενού
διακόπτης λειτουργείας
Ein-/Ausschalter r.m.
περιστροφικός διακόπτης
ωρολογιακός διακόπτης
Schalttafel r.ż.

Przykładowe zdania ze słowem διακόπτης

γενικός διακόπτης
ενδιάμεσος διακόπτης
ηλεκτρονομικός διακόπτης
διακόπτης κενού
διακόπτης λειτουργείας
Ein-/Ausschalter r.m.
περιστροφικός διακόπτης
ωρολογιακός διακόπτης

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский