grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „ικανοποίηση“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

ικανοποίησ|η <-εις> [ikanɔˈpiisi] SUBST r.ż.

1. ικανοποίηση (κάποιου ανθρώπου):

ικανοποίηση
ικανοποίηση
Befriedigung r.ż.

2. ικανοποίηση (απαιτήσεων, ορμών):

ικανοποίηση
Befriedigung r.ż.

3. ικανοποίηση (επιθυμιών):

ικανοποίηση
Erfüllung r.ż.

4. ικανοποίηση (αίσθημα ευχαρίστησης):

ικανοποίηση
ικανοποίηση
Genugtuung r.ż.
νιώθω ικανοποίηση

Przykładowe zdania ze słowem ικανοποίηση

νιώθω ικανοποίηση

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский