grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „καταμερισμός“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

καταμερισμός [katamɛrizˈmɔs] SUBST r.m.

1. καταμερισμός (μεταξύ πολλών, π.χ. ως διευκόλυνση):

καταμερισμός
Aufteilung r.ż.

2. καταμερισμός (κατανομή):

καταμερισμός
Verteilung r.ż.
καταμερισμός εργασίας

Przykładowe zdania ze słowem καταμερισμός

καταμερισμός r.m. εργασίας
καταμερισμός r.m. καθηκόντων GOSP.
καταμερισμός εργασίας

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский