grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „ανακατεύω“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

I . ανακατ|εύω <-εψα, -εύτηκα, -εμένος> [anakaˈtɛvɔ] VERB cz. przech.

1. ανακατεύω (αναμειγνύω):

ανακατεύω
ανακατεύω κανέλα με ζάχαρη

2. ανακατεύω (κάποιον σε κάποια υπόθεση):

ανακατεύω κάποιον σε

3. ανακατεύω (τσάι, καφέ):

ανακατεύω

4. ανακατεύω (τράπουλα):

ανακατεύω

5. ανακατεύω (φωτιά):

ανακατεύω

6. ανακατεύω (φέρνω ακαταστασία):

ανακατεύω

7. ανακατεύω (φέρνω αναγούλα):

8. ανακατεύω (συγχέω: ονόματα):

ανακατεύω

Przykładowe zdania ze słowem ανακατεύω

ανακατεύω κανέλα με ζάχαρη

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский