grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „γυναίκα“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

γυναίκα [jiˈnɛka] SUBST r.ż. (επίσης σύζυγος)

γυναίκα
Frau r.ż.
είναι η γυναίκα του
κλείνω ως γυναίκα (γερνώ)
γυναίκα του κόσμου
Frau r.ż. von Welt
μοιραία γυναίκα
Femme fatale r.ż.
κοινή γυναίκα

γυναίκα SUBST

Hasło od użytkownika
γυναίκα της νύχτας r.ż.

Przykładowe zdania ze słowem γυναίκα

γυναίκα r.ż. επιχειρηματίας
γυναίκα r.ż. ψαράς
Fischerin r.ż.
γυναίκα r.ż. στέλεχος
Managerin r.ż.
μοιραία γυναίκα
κοινή γυναίκα
δυνατή γυναίκα
εύκολη γυναίκα
είναι η γυναίκα του
κλείνω ως γυναίκα (γερνώ)
γυναίκα του κόσμου
Frau r.ż. von Welt
άντρας και γυναίκα
η γυναίκα των ονείρων του
η γυναίκα η οποία είναι δασκάλα
η γυναίκα της οποίας ο αδερφός είναι

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский