grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „παραγωγή“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

παραγωγή [paraɣɔˈji] SUBST r.ż.

1. παραγωγή (προϊόντων):

παραγωγή
Produktion r.ż.
παραγωγή
Erzeugung r.ż.
παραγωγή αυτοκινήτων
παραγωγή αυτοκινήτων
βιομηχανική παραγωγή
γεωργική παραγωγή
διανεμόμενη παραγωγή
εγχώρια παραγωγή
ελλειμματική παραγωγή
εναλλακτική παραγωγή
μαζική παραγωγή
μέση παραγωγή
παραγωγή πρώτων υλών
παραγωγή ρεκόρ

2. παραγωγή (ηλεκτρισμού, θερμότητας):

παραγωγή
Erzeugung r.ż.
παραγωγή αερίων
Gaserzeugung r.ż.
παραγωγή ενέργειας
παραγωγή ορμόνης

3. παραγωγή JĘZ.:

παραγωγή
Ableitung r.ż.

Przykładowe zdania ze słowem παραγωγή

παραγωγή r.ż. ορμόνης
παραγωγή r.ż. ενέργειας
βιομηχανική παραγωγή
μαζική παραγωγή
παραγωγή αυτοκινήτων
γεωργική παραγωγή
διανεμόμενη παραγωγή
εγχώρια παραγωγή
ελλειμματική παραγωγή
εναλλακτική παραγωγή
μέση παραγωγή
παραγωγή ρεκόρ
παραγωγή αερίων
παραγωγή ενέργειας
παραγωγή ορμόνης
μεταλλευτική παραγωγή

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский