grecko » niemiecki

Tłumaczenia dla hasła „βάρος“ w grecko » niemiecki słowniku (Przełącz na niemiecko » grecki)

βάρος [ˈvarɔs] SUBST r.n.

1. βάρος FIZ.:

βάρος
Gewicht r.n.
πόσο βάρος έχει;
έχουν το ίδιο βάρος
παίρνω βάρος (πράγμα)
χάνω βάρος (πράγμα)
χάνω βάρος (άνθρωπος)
κανονικό βάρος
ανώτατο βάρος
απόλυτο βάρος
ατομικό βάρος FIZ.
βαρύ βάρος SPORT
ελαφρύ βάρος SPORT
ειδικό βάρος
ελάχιστο βάρος
ελάχιστο βάρος
καθαρό βάρος
λειψό βάρος
μικτό βάρος
μοριακό βάρος
μοριακό βάρος
ολικό βάρος
βάρος του σώματος
ωφέλιμο βάρος
Nutzlast r.ż.
μέρος r.n. κατά βάρος CHEM.

Przykładowe zdania ze słowem βάρος

βάρος r.n. ισοστάθμισης
βάρος r.n. απόδειξης
χάνω βάρος (πράγμα)
απόλυτο βάρος
ελαφρύ βάρος SPORT
ειδικό βάρος
ατομικό βάρος FIZ.
ελάχιστο βάρος
καθαρό βάρος
μικτό βάρος
μοριακό βάρος
ολικό βάρος
ωφέλιμο βάρος
Nutzlast r.ż.

Chcesz dodać słowo, frazę lub tłumaczenie?

Wyślij nowe hasło.

Interfejs: Deutsch | Ελληνικά | English | Español | Français | Italiano | Polski | Русский